Σάββατο 20 Δεκεμβρίου 2008

Έμαθα να πετάω χωρίς φτερά


Τις μέρες αυτές ενώ τα φώτα πέφτουν η αυλαία ανοίγει. Κι ενώ όλοι πάνε να ηρεμήσουν, η πόλη ‘’αναζωπυρώνεται’’. Πράγμα θα λέγαμε οξύμωρο. Οξύμωρο όμως με βάση αυτό που έχει επιβάλλει η κοινωνία ως οξύμωρο. Γιατί από τότε που γεννηθήκαμε γίναμε μέρος αυτής της κοινωνίας και δεχτήκαμε σαν καθιερωμένα και επιβεβλημένα όλα τα οξύμωρα. Επιλογή δε μας δίνεται. Μας δίνεται όμως όπως μας λένε ελευθερία. Ελευθερία σε ότι αφορά τη σκέψη και από κει κι έπειτα υπάρχει η φυλακή της σκέψης, η φυλακή που μας περιορίζει σε αυτήν την κλειστοφοβική κοινωνία. Γιατί στερεοτυπικά αντιλαμβανόμαστε ως δεδομένο το γεγονός ότι έχουμε την ελευθερία να κρίνουμε, αλλά δε μας δίνεται η ευκαιρία να εκφράσουμε την κρίση μας αυτή. Μεγαλώνουμε βλέποντας τον κόσμο μέσα από την τηλεόραση και όπως θρασύτατα μας παρουσίασε και ένα κανάλι δηλαδή ένα μέσο επιβολής της διαπαιδαγώγησής τους, μέσα από τα μάτια της Έλλης και κάθε Έλλης. Γι’αυτούς διαπαιδαγώγηση είναι κάτι το συγκεκριμένο και όχι κάτι το οποίο χρησιμοποιούν για να μας δώσουν τη δυνατότητα να διαμορφώσουμε άποψη για αυτά που συμβαίνουν. Μας εμπλουτίζουν με τα δήθεν εφόδιά τους τα οποία τόσο απλόχερα χαρίζει η ελληνική παιδεία και τα οποία μας διαμορφώνουν την άποψη για όλο τον κόσμο και τη λειτουργία του. Αυτοί τα ξέρουν όλα και φυσικά έχουν αναλύσει επαρκώς τα θέματα ώστε να μας τα δίνουν έτοιμα και μη επεξεργάσιμα απλά για να τα εμπεδώσουμε και μάλιστα για να έχουμε και άποψη. Η κοινωνία μας εγκλωβίζει σε ένα αόρατο κελί. Σ’ένα κελί το οποίο όντως μας αφήνει να κινηθούμε ελεύθερα αλλά μονάχα μέσα σε αυτό, μέσα στα στενά όριά του τα οποία εκτός από την πρακτική των σκέψεών μας, οριοθετούν και την ίδια τη σκέψη και γι’αυτό από τη στιγμή της γέννησής μας όλοι τρέχουν να μας βάλουν μέσα στο κελί και να μας κλειδώσουν μέσα. Από τη στιγμή λοιπόν που βρισκόμαστε μέσα στο κελί, υπάρχει ένας μηχανισμός ο οποίος ανανεώνει το υλικό από τα κάγκελα που μας κλείνουν μέσα για να μην μπορούμε να τα σπάσουμε και από την άλλη συγχρόνως μας διαπερνά και η ιδέα πως είμαστε ασφαλείς για όσο και αν ζούμε μέσα εκεί, γι’αυτό κι εμείς μεγαλώνοντας βοηθάμε όπως μπορούμε στην ενίσχυση αυτών των καγκέλων. Η κοινωνία δημιουργεί αυτόν τον ‘’κύκλο ζωής’’ του κελιού. Θέλουμε να βγούμε αλλά απ’τη στιγμή που δεν μπορούμε, το συντηρούμε με την ψευδαίσθηση ότι ανήκει σε μας αλλά δυστυχώς κάνουμε άθελά μας τη δουλειά για άλλους καθώς το κελί ανήκει σε αυτούς τους άλλους και ποτέ δε θα γίνει δικό μας . Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να φτιάξουμε κι εμείς ένα άλλο δικό μας κελί αλλά πάντα μέσα στο ευρύτερο κελί της κοινωνίας. Από τη στιγμή που αντιλαμβανόμαστε την προηγούμενη ανάλυση, καταλήγουμε εύκολα στο συμπέρασμα και την εξής αντιστοιχία που αναφέρει ως συντηρητισμό τη συντήρηση που κάνουμε εμείς στα κάγκελα αυτά του κελιού. Επομένως ο μοναδικός τρόπος να αντιμετωπίσουμε την παγιωμένη κατάσταση στην οποία ζούμε είναι να πετάξουμε. Να πετάξουμε έστω και μέσω των σκέψεών μας έξω από το κελί.